κλέιβς

κλέιβς
κρουστό όργανο τής αφρικανοκουβανικής κυρίως μουσικής, το οποίο αποτελείται από ένα ζεύγος σκληρών κυλινδρικών κομματιών ξύλου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξέν. όρου, πρβλ. αγγλ. claves < ισπ. claves < λατ. clavis «κλειδί»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”